Νοητική Υστέρηση




                    ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΗΤΙΚΗΣ ΥΣΤΕΡΗΣΗΣ



Στην κατηγορία αυτή των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών εντάσσονται τα παιδιά, που δε μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις–σταθερές που αναμένονται για την ηλικία τους (όπως π.χ. στις απαιτήσεις του αναλυτικού προγράμματος) και συναντούν σοβαρές δυσκολίες στην κοινωνική τους ανάπτυξη και αποκατάσταση λόγω μειωμένης νοημοσύνης.

Τα κριτήρια που καθορίζουν τη νοητική υστέρηση (DSM-IV) είναι:

1. Πνευματική λειτουργία σημαντικά κάτω από το μέσο όρο: IQ ίσο περίπου με 70 ή λιγότερο σε άτομα που έχει υποβληθεί το τεστ νοημοσύνης (στα βρέφη κλινική κρίση ότι η πνευματική λειτουργία είναι σημαντικά κάτω από το μέσο όρο).

2. Συνυπάρχουν ελλείμματα ή έκπτωση της παρούσας προσαρμοστικής λειτουργίας (δηλ. της αποτελεσματικότητας του ατόμου να ανταποκριθεί στις σταθερές που αναμένονται για την ηλικία του από την πολιτισμική του ομάδα) σε τουλάχιστο δύο απ’ τις ακόλουθες περιοχές: επικοινωνία, αυτοεξυπηρέτηση, διαβίωση στο σπίτι, κοινωνικές διαπροσωπικές δεξιότητες, χρήση των κοινοτικών πηγών, αυτονομία,λειτουργικές σχολικές δεξιότητες, εργασία, ελεύθερος χρόνος, υγεία και ασφάλεια.

Έναρξη των ανωτέρω πριν την ηλικία των 18 ετών.



Τα επίπεδα νοητικής υστέρησης, όπως αυτά έχουν καθοριστεί από το DSM-IV και την όγδοη Διεθνή ταξινόμηση των νόμων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας είναι:

I. Οριακή νοημοσύνη ή υπολειπόμενη νοημοσύνη ή οριακή νοητική καθυστέρηση ή βραδυμαθή άτομα: το επίπεδο IQ 85-68. Τα άτομα αυτά εκπαιδεύονται σε κανονικά σχολεία στις συνήθεις σχολικές τάξεις, με εσωτερική διαφοροποίηση των προγραμμάτων της διδασκαλίας, σε ό,τι αφορά ειδικότερα τους στόχους, τη μεθοδολογία, τα μέσα και τα υλικά διδασκαλίας ή με πρόσθετη βοήθεια σε ατομική βάση ή μικροομαδική βάση (τμήμα ένταξης).

II. Ελαφρά νοητική υστέρηση :IQ 67-52 ή ελαφρά υπολειπόμενη νοημοσύνη. Λειτουργικότητα: Αναπτύσσονται κοινωνικές και επικοινωνιακές ικανότητες στην προσχολική ηλικία. Με την πάροδο του χρόνου μπορούν να παρακολουθήσουν σχολικό ακαδημαϊκό πρόγραμμα, να ωφεληθούν από αυτό και να μάθουν να αυτοεξυπηρετούνται. Μπορεί να χρειαστούν καθοδήγηση, βοήθεια, εποπτεία στη διαβίωσή τους, ενώ συχνά μπορούν να ζουν επιτυχημένα στην κοινωνία. Το ποσοστό εμφάνισης του επιπέδου αυτού σε άτομα με νοητική υστέρηση είναι περίπου 85%. Εκπαιδεύσιμοι σε Ειδικά Σχολεία και Τμήματα Ένταξης

III. Μέσου βαθμού νοητική υστέρηση, ΙQ 51-36. Το ποσοστό εμφάνισης σε άτομα με νοητική υστέρηση είναι περίπου 10%. Λειτουργικότητα: Τα άτομα αυτά αναπτύσσουν επικοινωνιακές ικανότητες στην προσχολική ηλικία. Με την πάροδο του χρόνου μπορούν να φτάσουν σε επίπεδο Β΄ Δημοτικού, αλλά έχουν δυσκολίες στην αυτοεξυπηρέτηση. Μπορούν να εργαστούν σε προστατευόμενο ή ημιπροστατευόμενο περιβάλλον. Ανταποκρίνονται καλά σε εποπτευόμενη αυτόνομη διαβίωση. Εκπαιδεύσιμοι σε κέντρα εκπαίδευσης ημέρας.

IV. Σοβαρά νοητική υστέρηση, IQ 35-20. Το ποσοστό εμφάνισης σε άτομα με νοητική υστέρηση είναι 3-4% Λειτουργικότητα: Αρκετά άτομα μπορούν να μάθουν να μιλούν και να αυτοεξυπηρετούνται στοιχειωδώς κατά τη διάρκεια των σχολικών τους χρόνων. Πολύ περιορισμένη ικανότητα να επωφεληθούν από τη σχολική εκπαίδευση. Όταν ενηλικιωθούν μπορούν να εκτελούν απλές εργασίες αν εποπτεύονται. Εκπαιδεύσιμοι σε κέντρα εκπαίδευσης ημέρας.

V. Βαριά νοητική υστέρηση, IQ κάτω του 20. Το ποσοστό εμφάνισης σε άτομα με νοητική υστέρηση είναι 1-2%. Λειτουργικότητα: Τα περισσότερα άτομα αυτού του επιπέδου πάσχουν από νευρολογικές ασθένειες, έχουν αναπηρίες του Κ.Ν.Σ. Μπορεί να αναπτυχθούν κάποιες ικανότητες επικοινωνίας και αυτοεξυπηρέτησης. Είναι πλήρως εξαρτώμενα άτομα.



Ένα από τα πλέον γνωστά συστήματα ταξινόμησης της μαθησιακής δυσκολίας που στηρίζεται στις μαθησιακές ικανότητες των παιδιών αυτών και χρησιμοποιείται κυρίως για την ένταξή τους στο κατάλληλο εκπαιδευτικό πλαίσιο είναι η ταξινόμηση του S. Kirk (1973). Από εκπαιδευτική άποψη τα άτομα με νοητική υστέρηση σε τέσσερις ομάδες:

· Εκπαιδεύσιμα (EDUCABLE): Είναι τα παιδιά με δείκτη νοημοσύνης 50-55 μέχρι 70-75, που μπορούν να παρακολουθήσουν σχολικό ακαδημαϊκό πρόγραμμα και να ωφεληθούν από αυτό.

· Ασκήσιμα (TRAINABLE): Είναι τα παιδιά με δείκτη νοημοσύνης 30-35 μέχρι 50-55 που δε μπορούν να παρακολουθήσουν το ακαδημαϊκό σχολικό πρόγραμμα και να ωφεληθούν από αυτό. Το πρόγραμμα των ασκησίμων στοχεύει κυρίως στην ανάπτυξη ατομικών και κοινωνικών δεξιοτήτων (αυτοεξυπηρέτηση, επικοινωνία κ.τ.λ.) για να μπορούν να ζήσουν με σχετική επιτήρηση.

· Βαριά εξαρτημένα ή πλήρως εξαρτώμενα (SEVERELY HANDICAPPED):Είναι τα παιδιά με δείκτη νοημοσύνης κάτω από 30-35, που είναι αδύνατο να παρακολουθήσουν οποιοδήποτε πρόγραμμα και να ωφεληθούν από αυτό. Τα παιδιά αυτά δε μπορούν να ζήσουν χωρίς την πλήρη φροντίδα και εξάρτηση από άλλα πρόσωπα στην οικογένεια ή σε ιδρύματα κοινωνικής πρόνοιας.

· Βραδυμαθή παιδιά (SLOW LEARNER):Είναι τα παιδιά που δε θεωρούνται νοητικά υστερούντα. Ο δείκτης νοημοσύνης είναι οριακός (70-85) περίπου, δηλαδή στα κατώτερα όρια του φυσιολογικού. Μαθαίνουν με αργό ρυθμό, δεν φοιτούν σε ειδικά σχολεία και βοηθούνται στις κανονικές τάξεις.



Επιδημιολογία νοητικής υστέρησης – Αιτιολογία νοητικής υστέρησης

Η συχνότητα της νοητικής υστέρησης στο γενικό πληθυσμό, όπως δέχονται οι περισσότερες χώρες, υπολογίζεται γύρω στο 3% του πληθυσμού και «κατατάσσεται στα μεγαλύτερα κοινωνικά, οικονομικά και εθνικά προβλήματα υγείας των προηγμένων χωρών» (Πολυχρονοπούλου 2004)

Η νοητική υστέρηση οφείλεται σε γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Η όγδοη διεθνής ταξινόμηση του Π.Ο.Υ. χρησιμοποιεί τις παρακάτω υποδιαιρέσεις αιτιών της νοητικής υστέρησης:

1. Η νοητική υστέρηση έχει σχέση με χρωμοσωμικές ανωμαλίες.

2. Η νοητική υστέρηση συνδέεται με διαταραχές του μεταβολισμού, της ανάπτυξης ή της διατροφής.

3. Είναι επακόλουθο λοιμώξεων ή ενδοτοξικώσεων.

4. Είναι επακόλουθο τραυματισμού ή φυσικών παραγόντων.

5. Συνδέεται με βαριές εγκεφαλικές νόσους.

6. Συνδέεται με νόσους ή καταστάσεις που οφείλονται σε άγνωστες προγεννητικές επιδράσεις.

7. Συνδέεται με την προωρότητα.

8. Είναι επακόλουθο μείζονος ψυχικής νόσου.

9. Συνδέεται με περιβαλλοντική στέρηση και φτωχό κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον.

10. Συνδέεται με άλλες αιτίες μη προσδιοριζόμενες.

Παρά τη σημαντική πρόοδο των επιστημών τα αίτια που προκαλούν νοητική υστέρηση δεν είναι γνωστά στο 50% των περιπτώσεων.

Το 25% των Ν.Υ. οφείλονται σε γενετικές ανωμαλίες, το 20% είναι αποτέλεσμα προγεννητικών και μεταγεννητικών λοιμώξεων και το 5% οφείλονται σε τραύμα ή σε πρόωρο τοκετό.



Χαρακτηριστικά των νοητικώς υστερούντων ατόμων

Τα άτομα με νοητική υστέρηση είναι μία ομάδα με πολύ μεγάλη ποικιλία περιπτώσεων και χαρακτηριστικών. Συνοπτικά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των Ν.Υ. κατά κατηγορία:

Εκπαιδεύσιμα

Η ανάπτυξή τους ως προς το βάρος, το ύψος, τον κινητικό συντονισμό είναι κανονική ή διαφέρει ελάχιστα από τα “φυσιολογικά άτομα” με εξαίρεση τις περιπτώσεις που η αιτία της νοητικής καθυστέρησης είναι οργανική. Η συχνότητα διαταραχών όρασης, ακοής ή του κινητικού συντονισμού είναι μεγαλύτερη στα Ν.Υ. άτομα παρά στα “φυσιολογικά” άτομα.

Η νοητική ανάπτυξή τους είναι βραδεία και ελλιπής. Έχουν δυσκολίες στην αφηρημένη σκέψη, μένουν προσκολλημένα στα συγκεκριμένα. Έχουν περιορισμένη ικανότητα για γενίκευση και δύσκολα αναγνωρίζουν και αντιλαμβάνονται κοινά στοιχεία ανάμεσα σε διαφορετικές περιπτώσεις. Η προσοχή τους και ιδιαίτερα η επιλεκτική προσοχή παρουσιάζει αδυναμίες και ακούσια διάσπαση. Σοβαρές δυσκολίες παρουσιάζουν στην ικανότητα της αντίληψης, όπως στην αντίληψη του όλου και του μέρους, στην αντίληψη του χώρου και του χρόνου, στην αντίληψη της μορφής και του πλαισίου.

Η σημαντικότερη όμως έλλειψη απ’ όλες τις ανεπάρκειες που παρουσιάζουν είναι η έλλειψη κινήτρων. Η βούληση που αποτελεί σημαντικό παράγοντα σε κάθε δραστηριότητα και ικανότητα είναι αυτή που απουσιάζει από τα άτομα αυτά.

Οι παραπάνω αδυναμίες επηρεάζουν και τη γλωσσική ανάπτυξη , τόσο στην έκφραση όσο και στην πρόσληψη. Έχουν φτωχό λεξιλόγιο (ενεργητικό- παθητικό),δυσκολίες στην επικοινωνία, προβλήματα ομιλίας. Ανταποκρίνονται στις βασικές απαιτήσεις της καθημερινής ζωής.

Παράλληλα έχουν δυσκολίες στον κοινωνικοσυναισθηματικό τομέα και στη συμπεριφορά. Ενοχλούνται εύκολα από ασήμαντες αφορμές, εύκολα γελούν ή κλαίνε. Έχουν δυσκολίες να κατανοήσουν την έννοια των δικαιωμάτων τους και των υποχρεώσεων τους.

Κατανοούν τη στάση και τις διαθέσεις των ατόμων του περιβάλλοντος τους και συμπεριφέρονται ανάλογα.

Εύκολα απορρίπτονται από τους συνομηλίκους τους. Δυσκολεύονται να οριοθετήσουν το καλό από το κακό.

Η αναπτυξιακή τους πορεία έχει σχέση με αρκετούς παράγοντες, όπως η πρώιμη διάγνωση, η αιτιολογία της υστέρησης καθώς και η στήριξη που θα έχει από το οικογενειακό, το σχολικό περιβάλλον, τους ειδικούς και την πολιτεία.

Γενικά τα εκπαιδεύσιμα παιδιά κάτω από καλές συνθήκες εκπαίδευσης κατακτούν βασικές ακαδημαϊκές γνώσεις του Δημοτικού Σχολείου, προσαρμόζονται στο κοινωνικό περιβάλλον και κατορθώνουν σε μεγάλο ποσοστό να ασχοληθούν επιτυχώς με μια εργασία και να ζουν ως ανεξάρτητα μέλη της κοινωνίας. Σε πολλές περιπτώσεις η ικανοποιητική προσαρμογή στο περιβάλλον συντελεί στο να μην πληρούν τα κριτήρια της νοητικής υστέρησης κατά την ενηλικίωσή τους.

Ασκήσιμα

Στη σωματική ανάπτυξη παρουσιάζουν συνήθως διάφορες μειονεξίες σοβαρές ή ελαφρές και ιδιαίτερα στα αισθητήρια όργανα. Η νοητική τους ανάπτυξη κυμαίνεται από το ¼ μέχρι το ½ των κανονικών παιδιών. 

Η επικοινωνία τους γενικά ομοιάζει με αυτή των μικρών παιδιών (λίγες λέξεις, χειρονομίες κ.τ.λ.)

Δε μπορούν να αποκτήσουν βασικές δεξιότητες και γνώσεις. Μπορούν να αναπτύξουν δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης που είναι απαραίτητες για να ζουν με την επίβλεψη και την υποστήριξη των δικών τους προσώπων.

Το σχολικό πρόγραμμα διαφέρει από εκείνο των εκπαιδεύσιμων και είναι προσαρμοσμένο στις δυνατότητές τους και τις ανάγκες τους.

Πλήρως εξαρτώμενα Ν.Υ. άτομα

Τα άτομα αυτά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους χρειάζονται επίβλεψη και φροντίδα για να αντιμετωπίσουν τις ατομικές τους ανάγκες.

Παιδιά με οριακή νοημοσύνη ή βραδυμαθή άτομα

Τα παιδιά αυτά αν και ανήκουν σε μια διαφορετική ομάδα απ’ αυτή των νοητικώς υστερούντων παιδιών, εκπαιδευτικά εξετάζονται στην ίδια περιοχή γιατί έχουν ανάγκη Εξατομικευμένων Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων και μεθόδων διδασκαλίας που άπτονται με την κατηγορία των εκπαιδεύσιμων.

Τα παιδιά αυτά χωρίς να θεωρούνται νοητικά καθυστερημένα παρουσιάζουν σχολικές δυσκολίες, δεν κατανοούν εύκολα οδηγίες και όταν τις κατανοούν δυσκολεύονται να τις εκτελέσουν. Έχουν δυσκολίες στη λογικομαθηματική σκέψη και η επίδοσή τους είναι πιο χαμηλή απ’ των άλλων παιδιών. Χρειάζονται πρόσθετη βοήθεια σε ατομική ή μικροομαδική βάση.

Οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα άτομα αυτά, επειδή είναι ήπιας μορφής, συνήθως αναγνωρίζονται μετά τη φοίτησή τους στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου.

Αναλυτικότερα τα παιδιά της κατηγορίας αυτής δεν έχουν ούτε νοητική υστέρηση (η νοημοσύνη τους είναι οριακή ή αργή και βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα της φυσιολογικής ανάπτυξης) ούτε μαθησιακές δυσκολίες. Τα προβλήματα όμως που αντιμετωπίζουν στη μάθηση είναι πολλές φορές παρόμοια με τα προβλήματα των δύο αυτών ομάδων (Νοητική υστέρηση-Μαθησιακές δυσκολίες)

Αδυναμίες αντιμετωπίζουν στις βασικές λειτουργίες της σκέψης, στην ανάπτυξη μεθόδων και στρατηγικών επεξεργασίας, στην επιλεκτική προσοχή και στην διατήρηση της προσοχής.



Πηγή: ΚΕΔΔΥ ΑΡΤΑΣ.Δ.Α.Υ. Ν.ΑΡΤΑΣ
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...