Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ (Μέρος 3ο)

ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ.


Του Κώστα Χρηστάκη 

1. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων 

Η μέχρι τώρα ανάλυση του προβλήματος στο 1ο και στο 2ο μέρος περιλαμβάνει προαπαιτούμενη γνώση, δηλαδή γνώση που πρέπει να ξέρουν οι γονείς και το σχολείο, για να μπορούν να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε το ερώτημα "Τι μπορούν οι γονείς να κάνουν, για να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών τους ;". 

Δύο είναι τα ερωτήματα που πρέπει να θέτουν οι γονείς, προκειμένου να επεξεργάζονται και να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των παιδιών τους. Τα ερωτήματα αυτά είναι: 

- Τι φταίει και συμπεριφέρεται το παιδί όπως συμπεριφέρεται ; 

Το ερώτημα αυτό βοηθάει να αναζητηθούν και να εντοπιστούν οι αιτιολογικοί παράγοντες που οδηγούν στην εκδήλωση μιας ανεπιθύμητης συμπεριφοράς του παιδιού.
Ας θυμηθούμε την περίπτωση του Δημήτρη που αναφέρεται στο προηγούμενο μέρος. Είναι σχεδόν βέβαιο, ότι αν ρωτήσουμε κάποιο να μας πει τι φταίει που ο Δημήτρης είναι ατίθασος, δεν πειθαρχεί στους κανόνες του σχολείου και της τάξης και κάνει μόνο ό,τι εκείνος θεωρεί σωστό, θα μας πει ότι φταίει η μητέρα του, η οποία "δεν θέλει το παιδί της να πειθαρχεί στους κανόνες του σχολείου, αλλά το θέλει 'νταή' και ' ατσίδα', γιατί μόνο έτσι θα επιβιώσει στην ανταγωνιστική κοινωνία που ζούμε".
Η απάντηση αυτή μπορεί να είναι εν μέρει σωστή, αφού ξέρομε ότι η αγωγή που δέχεται το παιδί από την οικογένεια επηρεάζει τη συμπεριφορά του και συμβάλλει στην εκδήλωση ανεπιθύμητων συμπεριφορών. Ωστόσο, η ανάλυση, η ερμηνεία και η αιτιολόγηση μιας συμπεριφοράς δεν είναι τόσο απλή όσο μερικές φορές φαίνεται. Συνήθως η αιτιολογία περιλαμβάνει ένα σύνολο παραγόντων, οι οποίοι λειτουργώντας συνδυαστικά προκαλούν τη συμπεριφορά.
Είναι πιθανό, εκτός από την αγωγή που στην προκειμένη περίπτωση ασκεί η μητέρα, να υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως είναι, για παράδειγμα, κληρονομικοί παράγοντες, ψυχολογικοί παράγοντες κλπ. Μπορεί ακόμη κάποιοι παράγοντες που θα εντοπίσουμε να είναι περισσότερο σημαντικοί από άλλους. Αλλά κανένας δεν μπορεί να αγνοηθεί. Κάθε παράγοντας παίζει το ρόλο του και πρέπει να καταγράφεται και να αντιμετωπίζεται κατάλληλα.
Για τον εντοπισμό των αιτιολογικών παραγόντων χρειάζεται κατ' αρχήν: η λογική των γονέων και η συνεργασία των γονέων και των εκπαιδευτικών. Σε μερικές περιπτώσεις χρειάζεται και η συμμετοχή ειδικών.
Η αναζήτηση και ο εντοπισμός των αιτιολογικών παραγόντων είναι απαραίτητος, γιατί έτσι οι γονείς μπορούν αφενός να κατανοούν καλύτερα το παιδί και τη συμπεριφορά του και να αποφεύγουν αδέξιες επεμβάσεις και αφετέρου ελέγχοντας τους παράγοντες αυτούς να αντιμετωπίζουν καλύτερα τα προβλήματά του. Αφού εντοπιστούν και μελετηθούν οι αιτιολογικοί παράγοντες, ακολουθεί το επόμενο ερώτημα: 

- Τι θα κάνουμε για να βοηθήσουμε το παιδί να βελτιώσει και σταδιακά να αλλάξει την αρνητική συμπεριφορά του; 

Έτσι αρχίζει να σχεδιάζεται και να καταστρώνεται ένα πλαίσιο διορθωτικής παρέμβασης που περιλαμβάνει τα ακόλουθα: 

α. Έλεγχος των αρνητικών παραγόντων. Στην περίπτωση π.χ. του Δημήτρη, η μητέρα του πρέπει να καταλάβει και να δεχτεί, ότι η αγωγή που ασκεί στο παιδί δεν είναι η σωστή και πρέπει να την αλλάξει. Πρέπει να καταλάβει, ότι ολόκληρη η ζωή του Δημήτρη, τόσο η σχολική όσο και η ενήλικη ζωή του αργότερα, θα διέπεται από κανονισμούς και κανόνες, από νόμους και διατάγματα. Αυτούς τους κανόνες και τους νόμους είναι ανάγκη ως μαθητής και αργότερα ως ενήλικας, να γνωρίζει και σιγά σιγά να μάθει να σέβεται και να τηρεί. 

β. Έλεγχος των συνθηκών κάτω από τις οποίες εκδηλώνεται η αρνητική συμπεριφορά. Καμιά συμπεριφορά δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Κάθε συμπεριφορά εκδηλώνεται κάτω από ορισμένες και συγκεκριμένες συνθήκες. Μπορεί για παράδειγμα, κατά τον έλεγχο των συνθηκών να βρεθεί, ότι ο Δημήτρης είναι ατίθασος και εκδηλώνει επιθετική συμπεριφορά, όταν το βράδυ έχει δει στην τηλεόραση έργα με σκηνές βίας, ή όταν το βράδυ ή το πρωί έχουν καυγαδίσει οι γονείς του, ή όταν η μητέρα του τον έχει πιέσει πολύ για να κάμει τις σχολικές του εργασίες στο σπίτι (π.χ. να μάθει καλά την ιστορία με την οποία δεν τα πηγαίνει και πολύ καλά) και το πρωί που του ζήτησε να της την πει δεν την θυμόταν και γι' αυτό του έκαμε παρατηρήσεις που τον προσβάλουν και τον μειώνουν. Για άλλο παιδί που είναι έφηβος, οι αντιδράσεις του ίσως είναι συνέπεια της εφηβείας, η οποία ούτως ή άλλως προκαλεί απρόβλεπτες αναταράξεις στην ψυχοβιολογική κατάστασή του. 

γ. Έλεγχος των συνεπειών που προκύπτουν από την αρνητική συμπεριφορά.Καμιά συμπε-ριφορά δεν περνά εντελώς απαρατήρητη. Συνήθως υπάρχουν κάποιες συνέπειες. Ο Δημήτρης, για παράδειγμα, δέχεται συστάσεις και παρατηρήσεις από τους δασκάλους του, ή τον στέλνουν στον διευθυντή, ή μερικοί συμμαθητές του τον απωθούν, γιατί με τη συμπεριφορά του γίνεται ενοχλητικός, ή ενημερώνονται οι γονείς του και του κάνουν παρατηρήσεις ή του επιβάλλουν διάφορες ποινές κλπ. 
Έτσι μπορεί να γίνει ένας κατάλογος με τους αιτιολογικούς παράγοντες, τις συνθήκες και τις συνέ-πειες. Είναι καλό να γράφονται όλα αυτά σε ένα χαρτί. Αυτό δεν πρέπει να θεωρείται περιττό ή γραφειοκρατία. Βοηθάει τους γονείς να βάλουν όλα σε τάξη, να τα μελετήσουν καλύτερα και να αντιμετωπίσουν καλύτερα τα προβλήματα των παιδιών τους. Αυτό σημαίνει συστηματική μελέτη και αντιμετώπιση των προβλημάτων. 

δ. Έλεγχος της δικής τους στάσης και συμπεριφοράς. Οι γονείς, πολλές φορές, επηρεασμένοι από τα δικά τους πρότυπα και τις δικές τους αντιλήψεις, συμπεριφέρονται με λάθος τρόπο στα παιδιά ή τουλάχιστον δεν συμπεριφέρονται με τον τρόπο που ταιριάζει σε κάθε παιδί. Πολλοί γονείς ξέρουν, ότι ακόμη και μεταξύ των παιδιών τους, συχνά το κάθε ένα θέλει διαφορετική μεταχείριση από τα άλλα. Οι γονείς και τα άλλα πρόσωπα που παρεμβαίνουν στο παιδί -γιαγιάδες, θείες κλπ -, πρέπει πριν ελέγξουν τη συμπεριφορά του παιδιού να ελέγχουν τη δική τους συμπεριφορά. Δεν είναι κακό πότε πότε να ρωτούμε το παιδί μας "τι από ό,τι κάνω για σένα, κατά τη γνώμη σου, δεν είναι σωστό και θα ήθελες να αλλάξει;". Έχει παρατηρηθεί ότι γονείς που κάνουν αυτό βελτιώνουν τους εαυτούς τους και τη σχέση τους με τα παιδιά τους.
Αφού επισημανθούν και καταγραφούν όλα αυτά, κατά προτίμηση σε συνεργασία με το σχολείο ή κάποιον ειδικό, ο γονέας σκέπτεται και αποφασίζει τι - παράγοντες, συνθήκες, συνέπειες, αλληλεπιδράσεις κτλ - μπορεί να αλλάξει ή να βελτιώσει, και κάνει τις απαραίτητες τροποποιήσεις. 

ε. Συζήτηση με το παιδί. Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει συνεργασία με το παιδί. Γονέας και παι-δί συζητούν το πρόβλημα προσεκτικά, διακριτικά, με σεβασμό στην προσωπικότητα του παιδιού, με ειλικρίνεια με σοβαρότητα και χωρίς προκατάληψη. Στόχος είναι να καταλάβει το παιδί ότι α) η συμπεριφορά του είναι ένα πρόβλημα που αφορά κυρίως το ίδιο το παιδί και πρέπει να λυθεί. β) η συμπεριφορά αυτή δεν είναι κάτι σπουδαίο, που το βοηθά να προβάλλεται και να εκτιμάται από τους συμμαθητές του και άλλα πρόσωπα. Αντίθετα, το ζημιώνει και το μειώνει στα μάτια των άλλων. Γίνεται δε προσπάθεια να αποκαλύψουν και να επισημάνουν μαζί τις αρνητικές συνέπειες που η συμπεριφορά αυτή προκαλεί. γ) η συμπεριφορά είναι δική του και μόνο το ίδιο το παιδί μπορεί και πρέπει να την αλλάξει. Ο γονέας και οι δάσκαλοί του είναι πρόθυμοι και μπορούν να το βοηθήσουν να πάει καλύτερα. 

στ. Καθορισμός στόχου. Αφού συζητηθεί το πρόβλημα, καθορίζεται ο στόχος που πρέπει να επιτευχθεί. Το παιδί πρέπει από την αρχή να ξέρει τι πρέπει να επιδιώξει και να πετύχει. 

ζ. Συνεννόηση και συμφωνίες (ή συμβόλαια). Για ό,τι κάνουμε ή δεν κάνουμε, μικροί και μεγάλοι, προσδοκούμε κάτι. Το παιδί, για παράδειγμα λέει στη μαμά ότι τέλειωσε τις σχολικές του εργασίες για να του πει "μπράβο", ή για να πάρει γλυκό κλπ, ανάλογα με την ηλικία. Για ό,τι κάνει ή δεν κάνει υπάρχουν κίνητρα, τα οποία το προτρέπουν ή το αποτρέπουν, ανάλογα. Όταν οι γονείς συζητούν με τα παιδιά τους, αν θέλουν να αυξήσουν τις πιθανότητες να εκδηλώνουν επιθυμητές συμπεριφορές, είναι καλό να δημιουργούν κίνητρα στο παιδί, χρησιμοποιώντας τους λεγόμενους ενισχυτές. Ενισχυτές είναι οι αμοιβές, οι οποίες, ανάλογα με την ηλικία, μπορεί να είναι ένα μπράβο, ένα χαμόγελο ένα χάδι κλπ (κοινωνικές αμοιβές), ένα γλυκό για πολύ μικρές ηλικίες (υλικές αμοιβές), περισσότερο χρόνο ποδήλατο ή τηλεόραση ή παιγνίδι στον Η/Υ κλπ (προνόμια). Τι από όλα αυτά θα χρησιμοποιήσει ο γονέας, καθορίζεται και αποφασίζεται ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητα του παιδιού. Σε κάθε περίπτωση προτιμούνται οι κοινωνικές αμοιβές, ενώ σταδιακά, γύρω στα δεκαπέντε του, πρέπει το παιδί να φτάσει σε τέτοιο επίπεδο αυτοελέγχου, ώστε να κάνει ή να μην κάνει κάτι γιατί είναι υποχρέωσή του και να αρκείται στην ικανοποίηση που αισθάνεται, όταν κάνει κάτι καλό ή αποφεύγει κάτι κακό, χωρίς να έχει ανάγκη από εξωτερική ενίσχυση δηλαδή από χειροπιαστές αμοιβές. 
Οι έρευνες έχουν δείξει, ότι οι συμπεριφορές που συνοδεύονται από εκδηλώσεις σαν αυτές που αναφέρονται παραπάνω, δηλαδή που αμείβονται, τείνουν να επαναλαμβάνονται, ενώ οι συμπεριφορές που αγνοούνται τείνουν να ξεχνιούνται.
Είναι σωστό, λοιπόν, όταν ο γονέας συζητήσει με το παιδί του και αφού συμφωνήσουν σε ένα συγκεκριμένο στόχο, π.χ. 'να συμπεριφέρεται με ευγένεια στα άλλα παιδιά και στο προσωπικό του σχολείου' ή 'να εκτελεί τις σχολικές του εργασίες' κλπ, με τρόπο να συναποφασίσουν και για μια αμοιβή, που το παιδί θα ξέρει από την αρχή ότι θα πάρει αν πετύχει τον στόχο που βάζουν. Χρειάζεται όμως πολλή προσοχή. Η αμοιβή δεν πρέπει να είναι για το παιδί απαραίτητος όρος και πολύ περισσότερο δεν πρέπει να είναι αυτοσκοπός. Ένας καλός τρόπος είναι, ο γονέας, αφού συζητηθούν και συμφωνηθούν όλα, να πει στο παιδί: "Ωραία, επειδή βλέπω ότι είσαι διατεθειμένος/νη να προσπαθήσεις να βελτιώσεις τον εαυτό σου, θέλω κι εγώ να κάμω κάτι για σένα. Αν πετύχεις τον στόχο που βάλαμε θέλω να σου δώσω μια αμοιβή. Πες μου, λοιπόν, τι θα ήθελες; ". Έτσι το παιδί, αφενός έχει ένα κίνητρο για να προσπαθήσει περισσότερο και αφετέρου ενισχύοντας στο τέλος την επιτυχία του ενισχύεται η επιθυμητή συμπεριφορά, η οποία με τον τρόπο αυτό μπορεί σιγά σιγά να παγιωθεί, και να ξεχαστεί η προηγούμενη ανεπιθύμητη συμπεριφορά που θέλουμε το παιδί να αλλάξει. 

2. Τελικά συμπεράσματα

Μερικά συμπεράσματα στα οποία μπορούμε να καταλήξουμε και πρέπει να θυμούνται οι γονείς είναι τα ακόλουθα: 
• Δεν υπάρχουν "κακά" παιδιά. Υπάρχουν μόνο παιδιά με δυσκολίες και προβλήματα, που χρειάζονται τη βοήθειά μας.
• Δεν φταίνε τα παιδιά για τα προβλήματά τους. Αυτά είναι αποτέλεσμα των αλληλεπιδράσεων με το περιβάλλον σε συνδυασμό και με τα ατομικά τους χαρακτηριστικά, για τα οποία, επίσης, δεν φταίνε.
• Τα παιδιά με προβλήματα συμπεριφοράς έχουν αγωνία και άγχος. Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να τους προσθέτουμε και άλλο με παρατηρήσεις, κριτική και τιμωρίες. Μάλλον κατανόηση και βοήθεια χρειάζονται.
• Η βία προκαλεί βία. Αλλά και όταν αυτή δεν μεγαλώσει την ένταση, μόνο παροδική ύφεση ή προσωρινή καταστολή μπορεί να επιτύχει. Το πρόβλημα θα εξακολουθήσει να υπάρχει.
• Για να βελτιώσει και να αλλάξει το παιδί τη συμπεριφορά του είναι ανάγκη:
• Να καταλάβει ότι αυτό που κάνει δεν είναι ούτε σωστό, ούτε τίποτε σπουδαίο.
• Να ελεγχθούν και να αλλάξουν, αν χρειάζεται, κάποια πράγματα (αιτιολογικοί παράγοντες, συνθήκες, στάσεις, συνέπειες κλπ), που επισημαίνονται σε σχέση με τη συμπεριφορά του παιδιού.
• Μερικές φορές πρέπει οι γονείς, ιδιαίτερα για παιδιά μεγάλης ηλικίας, να κάνουν το πρώτο βήμα, αλλάζοντας ή βελτιώνοντας απλώς τη δική τους στάση απέναντι στο παιδί, έστω και αν δεν φαίνεται να υπάρχουν σημαντικά αρνητικά στοιχεία.
• Κάθε παιδί είναι μια ατομική περίπτωση και χρειάζεται το δικό του τρόπο μεταχείρισης. Οι χειρισμοί που γίνονται εξαρτώνται κυρίως από την ηλικία, την ωριμότητα και τις δυνατότητες των παιδιών. 

Και κάτι ακόμη: 
- Συζητάτε με τα παιδιά σας. Και δεν εννοούμε, βέβαια, εσείς να μιλάτε και τα παιδιά απλώς να ακούνε ή ακόμη χειρότερα να κάνετε το λεγόμενο "κήρυγμα". Αυτό δεν το θέλουν, τα ενοχλεί πολύ και πρέπει να το αποφεύγετε.
- Συζητάτε ό,τι τα αφορά με διακριτικότητα, με ειλικρίνεια και με σεβασμό στην προσωπικότητά τους.
- Μάθετε να ακούτε τα παιδιά σας, όταν θέλουν κάτι να σας πουν. Πολλές φορές θα διαπιστώσετε, ότι έχουν να σας πουν πολύ σοβαρά πράγματα.
- Αναπτύξετε και διατηρήσετε καλή σχέση, σχέση ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης, με τα παιδιά σας. Μέσα από τη σχέση αυτή πολλά πράγματα προλαβαίνονται ή διορθώνονται καλύτερα.
- Δείξτε τους, με τον τρόπο σας, ότι τα εμπιστεύεστε.
- Κάμετε τα παιδιά σας να αισθάνονται ευχάριστα, άνετα και ασφαλή μαζί σας. 
- Επιβραβεύετε κάθε επιτυχία τους και καλή τους συμπεριφορά. Έτσι ενισχύονται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ό,τι συνδέεται με ευχάριστα συναισθήματα τείνει να επαναλαμβάνεται.
- Αγνοείτε τις ανεπιθύμητες συμπεριφορές των παιδιών σας, όταν αυτό είναι εφικτό και δεν εγκυμονεί κινδύνους.
- Μην επεμβαίνετε βιαστικά με διορθωτικές κινήσεις και παρατηρήσεις, όταν είστε θυμωμένοι ή τα παιδιά είναι ταραγμένα. Περιμένετε να βρείτε την "καλή στιγμή", για να συζητήσετε μαζί τους κάτι που δεν είναι ευχάριστο. Η αποτελεσματική επικοινωνία προϋποθέτει ηρεμία. Διαφορετικά μπορεί να γίνουν λάθη, να σημειωθούν υπερβολές και να περιπλακούν περισσότερο τα προβλήματα.
- Να είστε αισιόδοξοι και να πιστεύετε σε ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά σας. Αυτό να προσπαθείτε να το μεταδίδετε και στα παιδιά σας. Οι θετικές προσδοκίες προκαλούν θετικά συναισθήματα. Τα θετικά συναισθήματα δημιουργούν θετική ενέργεια. Όταν έχουμε θετική ενέργεια κι εμείς και τα παιδιά μας μπορούμε να αντιμετωπίζουμε πιο εύκολα, πιο σωστά και πιο αποτελεσματικά τα προβλήματα που υπάρχουν. 

Τέλος, πρέπει να πούμε ότι:
α. Όλα όσα έχουν αναφερθεί δεν είναι πανάκεια. Η ανθρώπινη συμπεριφορά συνήθως είναι πολύ περίπλοκη τόσο σ' ό,τι αφορά στην αιτιολογία και την ερμηνεία της όσο και σ' ό,τι αφορά την αντιμετώπισή της. 
β. Όλα όσα αναφέραμε μέχρι τώρα, είναι γνώσεις χρήσιμες που πρέπει να ξέρουν οι γονείς, για να μπορούν να στέκονται σωστά απέναντι στα παιδιά και στα προβλήματά τους. Ίσως έτσι οι γονείς μπορούν να προλαβαίνουν τη σύγχυση ή τον πανικό που, πολλές φορές, μπορεί να βρεθούν, λόγω άγνοιας.
γ. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν σημαίνει, ότι αν ένα γονέας εφαρμόσει όλα αυτά ασφαλώς θα λυθούν αυτόματα τα προβλήματα του παιδιού του. Υπάρχουν προβλήματα, τα οποία είτε γιατί έχουν χρονίσει, είτε γιατί από τη φύση τους είναι πολύ δύσκολα, υπερβαίνουν τις δυνατότητες του γονέα. Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να συμβουλεύεται τους ειδικούς. 
δ. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και όταν παρεμβαίνουν ειδικοί, ο ρόλος των γονέων είναι σημαντικός και αναντικατάστατος.
ε. Η πρόληψη είναι προτιμότερη από τη θεραπεία. Αυτό σημαίνει ότι μόλις οι γονείς αντιλαμβάνονται ή υποψιάζονται απλώς, ότι κάτι δεν πάει καλά με το παιδί τους, καλό είναι να συμβουλεύονται κατ' αρχήν τους εκπαιδευτικούς τους και μετά, αν χρειαστεί, ένα ειδικό, προκειμένου να προλάβουν την εκδήλωση ανεπιθύμητων συμπεριφορών.
στ. Δεν υπάρχουν άλυτα προβλήματα. Πάντα υπάρχουν λύσεις, αρκεί οι γονείς να παρακολουθούν διακριτικά τα παιδιά τους, να συνεργάζονται με το σχολείο με προθυμία, με εμπιστοσύνη και με συνέπεια και να μην διστάζουν να απευθύνονται στους ειδικούς, μετά από συνεννόηση με το σχολείο.


Πηγή:dyslexia-goneis
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...